ΧΑΜΟΜΗΛΙ

Μονοετής πόα της οικογένειας των Συνθέτων ή Κομποζίτων (δικοτυλήδονα), κοινότατο είδος σε καλλιεργούμενους και χέρσους αγρούς παντού στην Ελλάδα. Έχει φύλλα πολύ σχισμένα, σε τμήματα προμήκη και λεπτά, σχεδόν τριχοειδή τα άνθη σχηματίζουν μοναχικά κεφάλια, με γλωσσοειδή ανθίδια λευκά, γύρω από τον κίτρινο, κωνικό – προεξέχοντα ταξιανθικό δίσκο, που είναι σχηματισμένος από μικρά σωληνοειδή άνθη. Το χαμομήλι είναι φυτό εύοσμο, με άνθη πολύ αρωματικά, που χρησιμεύουν για την παρασκευή ενός αφεψήματος με καταπραϋντικές ιδιότητες.

   Άλλο είδος χαμόμηλου είναι το λεγόμενο ρωμαϊκό, η ανθεμίδα η ευγενής, πολυετής πόα, που ανήκει στην ίδια οικογένεια με τη ματρικάρια. Τα φύλλα είναι αρωματικά, ελαφρά χνουδωτά, πολύ σχισμένα, αλλά με τμήματα κόντα τα περιφερειακά άνθη των κεφαλίων είναι λευκά, ενώ του δίσκου είναι σωληνοειδή κίτρινα. Περιέχει τις ίδιες φαρμακευτικές ουσίες του κοινού χαμομηλιού αν και στην ανθεμίδα είναι πιο άφθονες οι πικρές.

Από τα κεφάλια και των δύο ειδών παρασκευάζουν αφεψήματα, ρευστά εκχυλίσματα, αποστάγματα όλα τα παρασκευάσματα έχουν κοινές ιδιότητες: καταπραϋντικές, αντισπαστικές και τονωτικές της πέψης το απόσταγμα έχει ιδιότητες θεραπευτικές επί των τοπικών φλογώσεων.

Εκτός από το χαμομήλι υπάρχουν και δύο άλλα φυτά, που χαρακτηρίζονται ως αγριοχαμομήλι. Πρόκειται για την πουλκιαρία τη δυσεντερική και την ανθεμίδα την κοτούλα, και τα δύο της οικογένειας των Συνθέτων. Το πρώτο είναι πόα με βλαστό ύψους 20-60 εκ., όρθιο και χνουδωτό και φύλλα χνουδωτά επίσης ωοειδή και κυματιστά. Ο καρπός του είναι αχαίνιο τριχωτό. Φυτρώνει σε έλη και υγρούς τόπους όλης της Ελλάδας. Το δεύτερο είναι πόα επίσης, με δυσάρεστο άρωμα. Έχει 20-50 εκ. ύψος, με διακλαδώσεις προς τα πάνω και καρπό αχαίνιο. Φυτρώνει σε χέρσα και καλλιεργούμενα χωράφια, σε όλη την Ελλάδα, Ευρώπη, Ασία, και Β. Αφρική.