ΛΑΪΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑΣΙΕΣ


]
α.Λαικές παροιμίες

Οι λαϊκές παροιμίες είναι πολλές στον τόπο μας .Άνθρωποι έξυπνοι και παρατηρητικοί οι Πηλιορείτες ανάμεσα τους και οι Λαυκιώτες δεν μπορούσαν να υστερήσουν και στον τομέα αυτό της λαϊκής δημιουργίας. Αρχίζουμε με μια σειρά από τέτοιες παροιμίες με θέμα τα ορνιθοειδή όπως αυτές:


« Κακαρίζοντας η κότα
προδίνει τη φωλιά της»

Όταν επίσης ,σε μια συγκέντρωση ανθρώπων δεν υπάρχει αρχηγός , αλλά υπάρχει πολυαρχία με τις διαφορετικές γνώμες και το αρνητικό αποτέλεσμα λένε:

«Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι
αργεί να ξημερώσει»


Όπως επίσης και αν κανείς ανακατεύεται σε ύποπτες δουλειές ,ανάρμοστες προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, οπότε , οπότε συνήθως ζημιώνει ,ταίριασαν αυτά τα λόγια:


«Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα
τον τρώνε οι κότες»


Επειδή η παλιά κότα έχει το παχύ κρέας και ο ζωμός της είναι πολύ νόστιμος ,γι΄αυτό σε περιπτώσεις αποδοτικών ανθρώπων παρά την ηλικία τους ,λένε:

«Η παλιά κότα έχει το ζουμί»

Υπάρχουν άνθρωποι που επιδεικνύονται συχνά και μάλιστα στον κύκλο της δραστηριότητάς τους δεν αφήνουν κανέναν άλλο να τους πάρει τα πρωτεία. ¨Όπως ακριβώς ο πετεινός δεν αφήνει να λαλήσει στην αυλή του ξένος .Γι¨αυτούς τους ανθρώπους ταιριάζει το :


«Ξένον πετεινό δεν αφήνει αυτός
λαλήσει στην αυλή του»


Οι καλοφαγάδες ξέρουν ότι τον χειμώνα η κότα είναι πιο νόστιμη εάν μάλιστα συνοδεύεται από μια ζεστή πίτα .αντίθετα ο πετεινός είναι νόστιμος τον Αύγουστο, οπότε βρίσκει άφθονη τροφή στα αλώνια. σκάρωσαν λοιπόν το όμορφο δίστιχο :


«Κότα, πίτα τον Γενάρη
και πετεινός τον Αλωνάρη»


Η κότα σαν πίνει νερό κοιτάζει προς τον ουρανό .Η παρατηρητικότητα των χωρικών έφτασε και μέχρις εδώ .Πιστεύουν ότι η κότα ,σαν πίνει νερό κοιτάζει προς τα πάνω και ευχαριστεί τον Θεό για το νερό που της δίνει .Όταν λοιπόν συναντήσουν άνθρωπο εκμεταλλευτή ο οποίος δεν υπολογίζει κανέναν προκειμένου να εξυπηρετήσει τα ατομικά του συμφέροντα ,παρατηρούν .

«Κότα πίτα τον Γενάρη
και πετεινός τον Αλωνάρη»

β.Σκωπτικά.


Οι στιχοπλόκοι, οι ποιητές δηλαδή της στιγμής δεν έλειψαν από καμία εποχή. Ο Λαύκος δεν μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Αρκετοί κάτοικοι κυρίως ηλικιωμένοι σκάρωναν στίχους σε ρυθμό συνήθως ιαμβικού δεκαπεντασύλλαβου και με σχετική ομοιοκαταληξία που προκαλεί και σήμερα τον θαυμασμό. Τους συναντάς στον δρόμο και σου πετούν ξαφνικά ένα τετράστιχο , γεμάτο χιούμορ σχετικό πάντα με τα με τα σοβαρά και επίκαιρα προβλήματα της καθημερινότητας Γύρω από την ζωή ,τον έρωτα , αλλά και την πολιτική όπως:

« Της ακρίβειας τον καιρό επαντρεύτηκα και εγώ
και μουδώκαν μια γυναίκα πουτρωγε για πέντε δέκα
και την πρώτη που την πήρα μούφαγε μια προβατίνα
και την δεύτερη βραδιά προβατίνα με δυο αρνιά
και την Τρίτη την βραδιά τη φωτιά βρίσκω σβηστή.
Την γυναίκα μου κλαμένη και σε μένα δεν το λέει.
-Τι έχεις γυναίκα μου και κλαις και σε μένα δεν το λες.
-Άνδρα μου, θέλω καπέλο, γύρω γύρω με το βέλο.
Άνδρα μου θέλω φουστάνι γύρω γύρω με γαϊτάνι.
Άνδρα μου θέλω γοβάκια γύρω γύρω με φιογκάκια.
Άνδρα μου θέλω ομπρέλα γύρω, γύρω με δαντέλα.
Κι' άνδρας της το ξύλο παίρνει γύρω, γύρω τηνε φέρνει.»